Επιστημονικό μνημόσυνο προς τιμήν του Παύλου Πετρίδη, που οργανώθηκε από το Δήμο Κερκυραίων και το Κέντρο Καποδιστριακών Ερευνών στην Κέρκυρα στις 11.10.2003

Ομιλία του καθηγητή Ιωάννη Κουκιάδη, ευρωβουλευτή και αντιπροέδρου της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το επιστημονικό έργο του Παύλου Πετρίδη και τη συνεισφορά του στην ανάλυση της περιόδου Καποδίστρια.

 

1. Οδεύοντας ο Παύλος Πετρίδης την μακαρία οδό το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 2000, άφησε πίσω του, κατά τον μελωδό της Εκκλησίας, "τον κόσμο των στεναγμών και της θλίψης". Για τους φίλους του, τους συνεργάτες του και τους συναδέλφους του η πρόωρη αυτή αναχώρησή του στη νέα του πατρίδα επιβάρυνε αυτήν τη θλίψη, γιατί τούς στέρησε το διαρκές χαμόγελο που τον χαρακτήριζε, τα μηνύματα αισιοδοξίας που εξέπεμπε καθημερινώς και ένα πρότυπο αισθητικής, που στον κονσερβοποιημένο καθημερινό κόσμο όλο και περισσότερο μας λείπει. Σε έκανε να αντιληφθείς, όπως χαρακτηριστικά τον εικονογράφησε ο Ντίνος Χριστιανόπουλος ότι "η αισθητική δεν είναι ελιτισμός, είναι πολιτισμός και ότι η μιζέρια είναι φτώχεια μυαλού και ψυχής".
1.1 Ο Παύλος Πετρίδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1946, την οποία και αγάπησε, ιδιαίτερα τη Θεσσαλονίκη της γειτονιάς και της παλιάς παραλίας. Δεν υπήρξε, όμως, μόνο γέννημα θρέμμα της Θεσσαλονίκης, αλλά και της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, όπου τελείωσε τις σπουδές του στο Τμήμα Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών και ανελίχθηκε με ταχύ ρυθμό ως τη βαθμίδα του καθηγητή της πολιτικής ιστορίας, θέση που κατείχε από το 1982.
Από τον Ιανουάριο του 1971 συνέχισε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιέννης, όπου παρακολούθησε μαθήματα συνταγματικού δικαίου, δημοσίου διεθνούς δικαίου και πολιτικής ιστορίας. Παράλληλα, αποφοίτησε το 1973 από το μεταπτυχιακό τμήμα του κλάδου δημοσίου δικαίου της Νομικής Σχολής Α.Π.Θ. Στη Βιέννη δεν περιορίστηκε παθητικά στην παρακολούθηση των μαθημάτων, αλλά εργάστηκε στα πολιτικά αρχεία της Αυστροουγγαρίας συλλέγοντας πρωτογενές υλικό πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η διδακτορική του διατριβή με τίτλο: "Η διπλωματική δράση του Ιωάννη Καποδίστρια υπέρ των Ελλήνων 1814-1831", που εγκρίθηκε με το βαθμό άριστα, παμψηφεί.
Για τον Καποδίστρια η βιβλιογραφία, ελληνική και ξενόγλωσση, υπήρξε ήδη πλούσια. Ο ίδιος ο Πετρίδης προβαίνει σε πλήρη καταγραφή και αξιολόγησή της σε ειδική μελέτη με τίτλο: "Βιβλιογραφία Ιωάννη Καποδίστρια", όπου παρατίθενται και εκδόσεις που περιλαμβάνουν πολυάριθμα διπλωματικά και πολιτικά έγγραφα και επιστολές του. Όπως παρατηρεί ο καθηγητής Κωνσταντόπουλος, η ιδιαίτερη συμβολή της εργασίας του αυτής έγκειται στη για πρώτη φορά αποκλειστική και διεξοδική εξέταση της διπλωματικής δράσης του Καποδίστρια. Και η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Κούκου προσθέτει ότι το ενδιαφέρον της εργασίας του συγκεντρώνεται στο ότι δεν υπήρξε προηγούμενα ειδική μελέτη για την πολύπλευρη διπλωματική δράση του Καποδίστρια χάριν των Ελλήνων.
1.2 Με τον ίδιο τρόπο, τις αναδιφήσεις στα αρχεία της Βιέννης, προετοίμασε και την επ' υφηγεσία εργασία του με τίτλο: "Ξενική εξάρτηση και εθνική πολιτική 1910-1918". Κατά τον Αριστόβουλο Μάνεση, το θέμα του ήταν από τα πιο δύσκολα της πολιτικής και διπλωματικής ιστορίας. Πέτυχε να ταξινομήσει και να επεξεργαστεί ένα απέραντο αρχειακό υλικό, μέρος του οποίου ήταν ανέκδοτο. Ο Πετρίδης εξετάζει τα γεγονότα που ακολούθησαν το κίνημα στο Γουδί μέχρι τη λήξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Το επίκεντρο της έρευνας του είναι η άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής σε συνάρτηση με τις παραχωρήσεις και την υποχωρητικότητα της απέναντι στις επιταγές εξωκοινοβουλευτικών παραγόντων καθώς και στο στέμμα και τις μεγάλες δυτικές δυνάμεις. Χωρίς να αμφισβητεί τη συμβολή του χαρισματικού πολιτικού ηγέτη Βενιζέλου στην ανόρθωση της χώρας, θεωρεί ότι η πολιτική του για τη μείωση της πολιτικής ισχύος του θρόνου και της άμβλυνσης της εξάρτησης της χώρας από τις μεγάλες δυνάμεις δεν ήταν ολοκληρωμένη.
Έκτοτε και με την ιδιότητα του καθηγητή, θέση στην οποία εκλέχτηκε το 1981, διδάσκει το μάθημα της πολιτικής ιστορίας. Η εκλογή του αυτή αποτέλεσε σταθμό για τη Σχολή μας, όχι μόνο γιατί για πρώτη φορά απέκτησε έναν εργάτη της έρευνας, αναγνωρισμένο πολίτη του κόσμου, κατά την έκφραση ενός φίλου, στα ευαίσθητα θέματα της πολιτικής και διπλωματικής μας ιστορίας, αλλά και γιατί προσέδωσε στο έστω και χαλαρότερο κατεστημένο της Σχολής μας, από την αντίστοιχη Σχολή των Αθηνών μια νεανικότητα και ένα άρωμα σύγχρονης ζωής. Με το ντύσιμό του, τις πρακτικές του, τον τρόπο οργάνωσης του γραφείου του υπήρξε ο δημιουργός μιας νέας αισθητικής στη Σχολή μας.
1.3 Εκτός από την έντονη επιστημονική του δραστηριότητα, η ανήσυχη προσωπικότητά του τον οδήγησε γρήγορα σε παράπλευρες πολιτιστικές, πολιτικές και κοινωνικές δραστηριότητες. Λάτρης της ομορφιάς και της τέχνης υπήρξε ο ίδιος ζωγράφος. Δεν μπορώ να ξεχάσω ένα πρωινό που βρεθήκαμε στους διαδρόμους του γκρίζου κτιρίου της Νομικής Σχολής, που του είπα "Εσύ, ο Άδωνις της Νομικής Σχολής πώς μπορείς να αντέξεις αυτό το κρύο περιβάλλον, που ο συντηρητισμός της νομικής επιστήμης επιβάλλει;". Τού πρότεινα να ζωγραφίσει έναν μεσότοιχο σε έναν κεντρικό διάδρομο και την επομένη μέρα τον είδα με σηκωμένα τα μανίκια και τις μπογιές να ζωγραφίσει τον τοίχο ο ίδιος, προσωπικά.
Οι καλλιτεχνικές του ανησυχίες τον έφεραν στους χώρους της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης και της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Αθηνών, όπου για δύο και πλέον χρόνια υπήρξε πρόεδρός της, εφαρμόζοντας ένα ευρύ ανανεωμένο πρόγραμμα καλλιτεχνικών παραστάσεων λυρικού θεάτρου, με βασικό στόχο να συγκλίνει το εθνικό μας λυρικό θέατρο με τις προδιαγραφές των αντίστοιχων ευρωπαϊκών θεάτρων. Η πρόωρη διακοπή της σχέσης του με τη λυρική σκηνή τον λύπησε, γιατί δεν του επέτρεψε να εκπληρώσει το όραμά του που είχε για το θέατρο αυτό. Πολλές φορές μου εκμυστηρεύτηκε ότι υπήρξε και αυτός θύμα ενός σκληρού εσωστρεφούς αθηναϊκού κατεστημένου.
Όμως, αυτό δεν τον αποκάρδιωσε από τη βασική του επιθυμία να είναι παρών στα κοινωνικά πράγματα και μετά από λίγο τον βλέπουμε να καταλαμβάνει τη θέση του προέδρου του Δ.Σ. του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων το 1994. Όλοι οι εργαζόμενοι στο πρακτορείο ανεγνώρισαν ότι η παρουσία του εκεί συνέβαλε τα μέγιστα στη θεσμική του αναβάθμιση, που είχε ως συνέπεια να διαδραματίζει σήμερα πρωταγωνιστικό ρόλο στα Βαλκάνια, την ομογένεια και τον κυβερνοχώρο. Υπό την προεδρία του διοργάνωσε τέσσερα δημοσιογραφικά συνέδρια με θέμα τη βαλκανική συνεργασία.
Ως συνάδελφος στην ίδια σχολή, αλλά και ως προσωπικός φίλος, ζούσα από κοντά τις ανατροπές του, που στη μικροκλίμακά του προσπαθούσε να επιφέρει σε μια κοινωνία που επιμένει μονότονα να προβάλλεται με το ένδυμα της υποκρισίας, σοβαροφάνειας και σεμνοτυφίας. Κανένας δεν μπόρεσε να ξεφύγει από το στόχαστρο του πηγαίου χιούμορ του και απ' όσο θυμάμαι, δεν υπήρχε καμία πλευρά της άχαρης καθημερινότητας, που να μη χλευάζεται με τον κομψό τρόπο που αυτός γνώριζε.
1.4 Η κατάληψη της έδρας της πολιτικής ιστορίας δεν υπήρξε γι' αυτόν η επισφράγιση του συγγραφικού και ερευνητικού του έργου, αλλά η αφετηρία για την ανάδειξη ενός νέου πλούσιου συγγραφικού έργου που κατανέμεται πάνω από 40 βιβλία και μελέτες. Βαθύς μελετητής της πολιτικής ιστορίας, μας άφησε μια πλούσια συγκομιδή από έργα, με πρώτο κύριο χαρακτηριστικό ότι στηρίζονται σε πρωτογενή έρευνα.
Πέρα από το έργο του που είναι αφιερωμένο στον Καποδίστρια, για τον οποίο θα γίνει χωριστά λόγος, ένα άλλο σημαντικό κομμάτι του έργου του είναι αφιερωμένο στο ρόλο της βασιλείας στην Ελλάδα, όπου με τη διάσωση και συγκέντρωση σημαντικών αποδεικτικών στοιχείων, θεμελιώνει με πληρότητα τον αρνητικό της ρόλο στην πορεία του έθνους. Με μία σειρά από τεκμηριωμένες αναφορές καταδεικνύει ακόμη την άμεση σύνδεση του βασιλικού θεσμού με την ξένη παρέμβαση. Η παρατήρηση αυτή ρίχνει άπλετο φως στην αποτυχία του βασιλικού θεσμού να ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία και να αφομοιωθεί από την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Όπως χαρακτηριστικά παρατηρεί, "ο πρώτος Έλληνας κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας που εκλέχθηκε δημοκρατικά από την τρίτη εθνοσυνέλευση, βρήκε στο δρόμο του την επιβολή ως ηγεμόνα της Ελλάδος, μετά από πρωτοβουλία της Συνδιάσκεψης του Λονδίνου το 1930, του πρίγκιπα Λεοπόλδου του Σαξ Κόμπουργκ". Βεβαίως, η επιβολή της μοναρχίας ματαιώθηκε στη φάση αυτή, αλλά η ματαίωση ήταν προσωρινή.
Τελικά, οι ξένες δυνάμεις εμφυτεύουν τον Όθωνα της Βαυαρίας, ελέω θεού βασιλιά το 1832, γεγονός που δεν είναι άμοιρο με την πτώση και εξουδετέρωση του Ιωάννη Καποδίστρια. Έτσι, η απόλυτη μοναρχία, κατά τη σαφή θέση του Πετρίδη, εμφυτεύτηκε στην Ελλάδα παρά την αντίθετη θέληση του λαού. Ο Παύλος Πετρίδης παρακολουθεί όλο το οδοιπορικό της βασιλείας στην Ελλάδα και παρουσιάζει πολλές άγνωστες πτυχές της βασιλικής διακυβέρνησης στα βιβλία του "Βασιλική προδοσία", "Στη συγκυρία της αβασίλευτης", "Η Βασιλεία των Γλίξμπουργκ στην Ελλάδα".
Στην εισήγησή του στην έκδοση του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων με θέμα: "Η ελληνική δημοκρατία και οι θεσμοί της", δίνει με λακωνικό τρόπο τη σύνδεση ανάμεσα στις περιπέτειες του δημοκρατικού μας πολιτεύματος και τον τρόπο λειτουργίας του βασιλικού θεσμού στην Ελλάδα.
1.5 Ένα άλλο μέρος του έργου του είναι αφιερωμένο στη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα με αναφορές, κατά το ένα μέρος σε βιογραφίες ή προλογίσεις σε αυτοβιογραφίες σημαντικών πολιτικών προσωπικοτήτων, όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Γρηγόρης Φαράκος, ο Λεωνίδας Κύρκος, ο Μίκης Θεοδωράκης. Κατά ένα άλλο μέρος δεν διστάζει να εμπλακεί και σε κρίσιμα θέματα του σύγχρονου πολιτικού βίου. Οι μελέτες του, "Δολοφονία Λαμπράκη", "Στη δύνη του εμφυλίου πολέμου", "Ο Γεώργιος Παπανδρέου και το κυπριακό ζήτημα", "Η δίκη του Γοργοποτάμου", "Εξουσία και παραεξουσία στην Ελλάδα" γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα. Με το έργο του αυτό συνέχισε τη μεγάλη δημοκρατική παράδοση των καθηγητών του Α.Π.Θ., που από την εποχή του μεσοπολέμου υπήρξε πρωτοπόρο και ο αντίποδας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αυτή η παράδοση καταγράφεται με τις παρεμβάσεις του Α.Π.Θ. στο γλωσσικό ζήτημα και σε άλλα πολιτικά θέματα στα πέτρινα χρόνια της φοιτητικής περιόδου.
Η περίπτωση του Παύλου Πετρίδη δεν μπορεί να εξετασθεί αποκομμένα από την ιστορία του Α.Π.Θ. το οποίο για πρώτη φορά στην Ελλάδα προσέδωσε στο πανεπιστήμιο μια άλλη φυσιογνωμία. Το κατέστησε από κέντρο συντηρητισμού σε κέντρο ανανέωσης της κοινωνικής μας ζωής. Το έργο του αποτελεί συνέχεια και άλλων μεγάλων στοχαστών του Α.Π.Θ., όπως του Γιάννη Κακριδή, του Αριστόβουλου Μάνεση και του Νικόλαου Πανταζόπουλου. Ειδικότερα, ο Παύλος Πετρίδης συμμεριζόταν τις θέσεις του τελευταίου για τη σύγκρουση ανάμεσα στη λόγια και τη δημοτική παράδοση, για την ισοτιμία εθίμου και νόμου και κυρίως το μεγάλο θέμα της χωρίς όρους εξάρτησης της καθεστηκυίας τάξης από τις ξενικές πολιτισμικές επιρροές που μετατρέπονταν πολλές φορές σε αδιέξοδες εξαρτήσεις. Έτσι ακόμα, η πορεία τους είναι κοινή κατά την αναδίφηση των ιστορικών στιγμών των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων που οδήγησαν στην πτώση του Καποδίστρια.
Υπήρξε ακόμη ιδρυτικό μέλος του ιδρύματος Γεωργίου Παπανδρέου και από τη θέση του αντιπροέδρου του Δ.Σ. εργάστηκε με ενθουσιασμό για την ανάπτυξή του. Όπως αναφέρει και το Δ.Σ. του ιδρύματος, ήταν ο εμπνευστής της διοργάνωσης δύο μεγάλων συνεδρίων και συγγραφέας σε σειρά ιστορικών εκδόσεων του ιδρύματος. Έδωσε μεγάλη ώθηση στις δραστηριότητές του και πέρα από τα στενά όρια της Αθήνας, όπου στεγάζεται, με την οργάνωση εκθέσεων για τον Γεώργιο, αλλά και τον Ανδρέα Παπανδρέου σε πολλές άλλες πόλεις, όπως τα Γιάννενα, η Πάτρα, το Ηράκλειο, η Κέρκυρα, η Μυτιλήνη και η Χίος. Η θέση του αντιπροέδρου δεν υπήρξε γι' αυτόν μια πρόσθετη καρέκλα, αλλά μια πρόσθετη αφορμή να αναζητά ντοκουμέντα και να προσπαθεί να διαφωτίσει τις άγνωστες πτυχές της νεότερης ιστορίας μας.
1.6 Για την περίοδο του μεσοπολέμου έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιδέα της διαβαλκανικής συνεργασίας και συνεννόησης που όπως γνωρίζουμε όλοι, είναι είπερ ποτέ άλλοτε επίκαιρη και σήμερα. Θεωρεί τους δύο κορυφαίους Έλληνες πολιτικούς, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, ότι έδωσαν ιδιαίτερη διάσταση σε αυτήν τη συνεργασία, γιατί απετόλμησαν να προσδώσουν μια καινούρια φιλοσοφία στην εσωστρεφή ελληνική εξωτερική πολιτική και γιατί με την προώθηση της βαλκανικής συνεργασίας έδωσαν ένα πρώτο πλήγμα στην παράδοση της άμεσης εξάρτησης της ελληνικής πολιτικής από τις μεγάλες δυνάμεις της φύσης. Οι συνθήκες με τη Σερβία και τη Βουλγαρία αποτελούν για τον Πετρίδη όντως ένα μεγάλο τόλμημα και παρά το γεγονός ότι είχαν άμεσο στόχο την απελευθέρωση από την τουρκική επικυριαρχία, άνοιξαν το δρόμο για την ενεργοποίηση της ιδέας της διαβαλκανικής συνεννόησης.
Παρά τις ενδιάμεσες ανατροπές, η ιδέα, όπως υποστηρίζει ο Παύλος Πετρίδης, συνεχίστηκε με το ελληνορουμανικό σύμφωνο του 1928 και με την οργάνωση της πρώτης βαλκανικής διάσκεψης στην Αθήνα το 1930 με πρωτοβουλία και πάλι του Ελευθέριου Βενιζέλου και του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Στο πλαίσιο αυτής της πρωτοβουλίας εντάσσονται τα ανοίγματα του Ελευθέριου Βενιζέλου και προς την Τουρκία που οδηγούν στην ελληνοτουρκική προσέγγιση του 1930 στην εγκάρδια συνεννόηση του 1931 και στην υπογραφή οικονομικού συμφώνου. Εδώ ο Παύλος Πετρίδης μας θυμίζει τα όσα ο Κεμάλ Ατατούρκ δήλωνε το 1930, που νομίζω αποκτούν ιδιαίτερη σημασία σήμερα με την πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης να διευκολύνει την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ: "Θα έρθει ημέρα που τα σύνορά μας θα χάσουν τη σημερινή τους αξία, δηλαδή θα έχουν μόνο διοικητική σημασία. Η Ελλάς και η Τουρκία θα είναι ηνωμέναι εν τη προσπάθεια υπέρ της ειρήνης". Κατά τον Παύλο Πετρίδη, οι υποθήκες οι οποίες τέθηκαν τότε, δηλαδή στο μεσοπόλεμο, αποτελούν πολύτιμο υλικό για τη σημερινή ενεργοποίηση στη διαμόρφωση ανοιχτών συνόρων και διαρκούς ειρήνης στην περιοχή αυτή. Αυτή η πίστη του στην ειρήνη τον έφερε χωρίς δισταγμούς στο Συμβούλιο της Επιτροπής για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη.
2. Θα ήθελα το δεύτερο μέρος της ομιλίας μου να το αφιερώσω ιδιαίτερα στις έρευνες του Παύλου Πετρίδη για τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας Ι. Καποδίστρια και τη συμβολή του στην αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας για τη μεγάλη αυτή προσωπικότητα του ελληνικού πολιτικού βίου.
Το έργο του Καποδίστρια αποτέλεσε αντικείμενο πολλαπλών ερευνών από ξένους και έλληνες ερευνητές. Στη Σχολή της Νομικής Θεσσαλονίκης κυριαρχούσε η φυσιογνωμία του Νικόλαου Πανταζόπουλου, με τον οποίο ο Παύλος Πετρίδης ήταν ευθυγραμμισμένος με τις κύριες κατευθύνσεις στον τρόπο προσέγγισης των βασικών πολιτικών φαινομένων της νεότερης Ελλάδος και γενικά, της νεοελληνικής πολιτικής ιστορίας. Και για τους δύο η οπτική γωνία ερμηνείας της πολύμορφης δράσης του Καποδίστρια είναι διαφορετική από την παραδοσιακή. Το θέμα δεν τίθεται για αυτούς τους δύο από τη σκοπιά του τί έπραξε ή τί δεν έπραξε ο Καποδίστριας. Το κρίσιμο ερώτημα είναι γιατί σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, ο Καποδίστριας έπραξε όπως έπραξε ή σε αντίθετη περίπτωση τί θα μπορούσε να πράξει.
2.1 Αυτή η προσέγγιση δίνει τη δυνατότητα να συνδέσουν τη δράση του Καποδίστρια με την πραγματική υφή των προβλημάτων που χαρακτηρίζουν την ελληνική κοινωνία. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με αυτή την αντίληψη είναι λάθος να ταυτίζουμε τις προθέσεις του Καποδίστρια με το περιεχόμενο των αποφάσεων που έλαβε γιατί κάτι τέτοιο αδικεί την προσωπικότητά του. Πρώτα, λοιπόν, πρέπει να δούμε τις αντικειμενικές συνθήκες μέσα στις οποίες ήταν υποχρεωμένος να δράσει και πώς ήταν δυνατό να πετύχει τους στόχους που ήθελε.
Στην αντίληψη αυτή για να κατανοήσουμε τη συλλογική δράση του Καποδίστρια πρέπει κατά τον Πανταζόπουλο να έχουμε υπόψη την ύπαρξη δύο αντιτιθέμενων και αλληλοσυμπληρούμενων μεταξύ τους προτύπων της νεοελληνικής κοινωνίας. Το ένα, το αποκαλούμενο παλαιό, είναι αυτό που είχε σαν αποστολή τη συντήρηση της βυζαντινής πολιτιστικής κληρονομιάς με κύριο φορέα την Εκκλησία, το λεγόμενο κράτος του γένους. Το άλλο, το αποκαλούμενο νέο, εκπροσωπούσε τις νέες δυνάμεις του ελληνισμού, που περιγράφεται ως μονοεθνικό δημοκρατικό, το κράτος του έθνους. Αυτό ήταν συγχρόνως πολυκρατικό και διεπόταν από δημοκρατική αντιπροσωπευτική ιδεολογία. Ήταν αμεσότερα συνδεδεμένο με τον λαό και την τοπική αυτοδιοίκηση. Συμπληρωματικά, η ομοσπονδιακή συγκρότηση αποτελούσε μέρος της ελληνικής πραγματικότητας., όπως αυτή εκφράζεται από τα γηγενή πρότυπα ομοσπονδιακής συγκροτήσεως με τα Μαντεμοχώρια της Χαλκιδικής, τα Ζαγοροχώρια, τη στρατιωτική συμπολιτεία του Σουλίου. Η αφετηριακά αυτή θέση του Πανταζόπουλου διευκολύνει τη σκέψη του Παύλου Πετρίδη που με ελάχιστες αποκλείσεις καταλήγουν στα ίδια συμπεράσματα για τον Ιωάννη Καποδίστρια.
Ο Καποδίστριας βρέθηκε στη δίνη της σύγκρουσης ανάμεσα σε αυτά τα συστήματα με τους Φαναριώτες να προσπαθούν να αποσπάσουν την εξουσία από τις τοπικές κοινωνίες, που μέχρι σε ένα σημείο ήταν αναπόφευκτο εξαιτίας των γηγενών αδυναμιών που χαρακτήριζαν αυτές, όπως η έλλειψη ιδεολογίας και ο έλεγχος της τοπικής εξουσίας από δυναμικές ολιγαρχικές μειοψηφίες για τις οποίες η πρώτιστη έγνοιά τους ήταν η διατήρηση των προνομίων τους, κυρίως στη ρύθμιση δημοσιονομικών προβλημάτων.
Η μεταφορά εξουσίας από την περιφέρεια στο κέντρο με το σύστημα της διοικητικής οργάνωσης που επιζήτησε ο Καποδίστριας με το Ψήφισμα "περί Οργανώσεως των Επαρχιών", στο πλαίσιο του οποίου εκδίδεται νέος Οργανισμός, με τον οποίο η περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση αναδιοργανώνεται πάνω σε συγκεντρωτικές βάσεις, δεν οφείλεται κατά τον Πετρίδη, που ευθυγραμμίζεται εδώ πλήρως με τον Πανταζόπουλο, στην απόρριψη του κοινοτισμού ή στην απαξίωση του αντιπροσωπευτικού συστήματος, αλλά στην αδυσώπητη ανάγκη να επιβληθεί μια στοιχειώδης τάξη στην χαοτική και κατακερματισμένη μετεπαναστατική Ελλάδα. Ο Καποδίστριας είχε πολλά επενδύσει στο σύστημα περιφερειακής διοίκησης με βάση τις δημογεροντίες, το οποίο όμως δε στήριξαν ούτε οι πλούσιοι ούτε οι φτωχοί δημογέροντες. Όπως λειτούργησε, κατέληξε να εκλέγονται φίλοι των δυνατών που καταχρόνταν τα δίκαια των πολιτών. Με το νέο σύστημα οι δημογέροντες διορίζονταν από την κυβέρνηση σύμφωνα με έναν κατάλογο των πολιτών, τον οποίο υπέβαλλαν οι τοπικές αρχές.
2.2 Η σύγκλιση της τέταρτης Εθνοσυνέλευσης όπως και η αναβολή των εκλογών έδωσαν την αφορμή στους αντιπάλους του Καποδίστρια να τον θεωρήσουν εχθρό του συντάγματος. Κατά τον Παύλο Πετρίδη, ουσιαστικά νομιμοποιήθηκε η κατάλυση του αντιπροσωπευτικού συστήματος και το πολίτευμα προσέλαβε προσωρινά μοναρχικό χαρακτήρα. Όμως, συμπληρώνει ο ίδιος, οι χαρακτηρισμοί κατά του Καποδίστρια δεν προέρχονται από την αγάπη για την Δημοκρατία αλλά αποτελούσαν το προκάλυμμα, για τους μεν ντόπιους κατά το μέτρο που διέβλεπαν τον κίνδυνο περιορισμού των προνομίων τους, για δε τον ξένο παράγοντα κατά το μέτρο που επιτυχία του έργου του Καποδίστρια ανέτρεπε να σχέδια για την επιβολή της μοναρχίας. Ο Καποδίστριας είχε κατανοήσει ότι χωρίς την αποδέσμευση των ψηφοφόρων από την ασφυκτική πίεση και επίδραση των προκρίτων δεν ήταν δυνατό να προχωρήσει η λειτουργία του αντιπροσωπευτικού συστήματος.
Έτσι, κατά τον Παύλο Πετρίδη η ανατροπή του Καποδίστρια έγινε όχι γιατί ήρθε σε αντίθεση με το αχαλίνωτο πάθος του λαού για ελευθερία αλλά γιατί προσπάθησε να εξαρθρώσει το οικονομικό και πολιτικό πνεύμα της ολιγαρχίας προς όφελος των πραγματικών συμφερόντων και μιας γνήσιας αστικοποίησης. Είναι αλήθεια ότι τα μέτρα του Καποδίστρια συνιστούσαν εν μέρει περιορισμό της τοπική αυτοδιοίκησης. Αλλά κατά τον Καποδίστρια ήταν αναπόφευκτα για τη μείωση της δύναμης των κοτζαμπάσηδων και τη μείωση της εξουσίας των μεγάλων γαιοκτημόνων.
Εδώ, ο Παύλος Πετρίδης συμπλέει με τον Νίκο Πανταζόπουλο, ο οποίος επισημαίνει ότι η προσπάθεια του Καποδίστρια να οργανώσει κράτος με ισχυρή πολιτική εξουσία που να στηρίζεται παράλληλα στις υπάρχουσες ιστορικές προϋποθέσεις, ενώ εύρισκε θερμή ανταπόκριση στην μεγάλη πλειοψηφία του λαού, προκαλούσε ολοένα μεγαλύτερες αντιδράσεις στην προυχοντική τάξη, η οποία έβλεπε τα κατεστημένα προνόμιά της να περιορίζονται ή να καταργούνται.
Όπως λέει και ο Βασίλης Φίλιας στον οποίο αναφέρεται ο Παύλος Πετρίδης, ο κυβερνήτης πράττοντας όσα έπραξε ενεργούσε ως αυθεντικός αστός πολιτικός ηγέτης στο μέτρο που επεδίωκε τη δημιουργία κεντρικής και απρόσκοπτης κρατικής εξουσίας. Η συγκεντρωτική πολιτική του Καποδίστρια στη διοίκηση είχε στην αντίληψη αυτή προσωρινό χαρακτήρα. Η απομάκρυνση από τη μορφή της αυτοδιοικούμενης κοινότητας δεν ήταν κίνηση αντίθετη με την αρχή του αντιπροσωπευτικού συστήματος αλλά κίνηση κατά της στρατιωτικής και αγροτικής ολιγαρχίας.
Ο Παύλος Πετρίδης θεωρούσε ότι ο Καποδίστριας πίστευε στο μεταβατικό χαρακτήρα του καθεστώτος του και ότι μόλις πετύχανε να θέσει τα θεμέλια του νεοσύστατου κράτους θα αναλάμβανε φιλελεύθερες πρωτοβουλίες. Δέχεται ότι υπήρξαν αυθαιρεσίες στη διευθέτηση του κυβερνητικού ζητήματος, ωστόσο, θεωρεί ότι ο Καποδίστριας στόχευε μακροχρόνια στην επίτευξη της πλήρους εφαρμογής της δημοκρατικής αρχής. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Καποδίστριας αρνήθηκε την πληρεξουσιότητα της Τέταρτης Εθνικής Συνέλευσης, που τον είχαν ορίσει ως μοναδικό εκπρόσωπό τους, πράγμα που σημαίνει ότι δεν είχε τη διάθεση να κυβερνήσει αυταρχικά. Γι' αυτό και επιχείρησε μακροπρόθεσμα τη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων για την κατοχύρωση των πολιτικών δικαιωμάτων του λαού με απώτερο σκοπό την οριστική ρύθμιση δικαιώματος ψήφου που πάντοτε θεωρούσε ο Καποδίστριας ως ακρογωνιαίο λίθο οποιουδήποτε κοινωνικού οικοδομήματος.
2.3 Τελικά, κατά τον Παύλο Πετρίδη και τον Νικόλαο Πανταζόπουλο, η αποστροφή του Καποδίστρια προς τους κοτζαμπάσηδες, τους οπλαρχηγούς και τους Φαναριώτες και η μέριμνά του να επιβάλλει το κράτος του νόμου καταστέλλοντας τις ανταρσίες που εκδηλώνονταν σε περιφέρειες, όπως η Ύδρα, η Μάνη και ο Πόρος, με τη ναυτική ανταρσία του Μιαούλη, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις της ισχυρής εναντίον του αντιπολίτευσης. Ο Καποδίστριας πλήρωσε με τη ζωή του την τόλμη του να συγκρουστεί με το τότε κατεστημένο, που ήταν με τη σειρά του ένα άβουλο όργανο στις ξένες επιδράσεις και κυρίως της Μεγάλης Βρετανίας. Η προειδοποίηση για την επικείμενη δολοφονία δεν είχαν πτοήσει τον Καποδίστρια. "Εάν οι Μαυρομιχαλέοι θέλουν να με δολοφονήσουν, ας με δολοφονήσουν. Τόσο το χειρότερο γι' αυτούς. Θα έρθει κάποτε η μέρα κατά την οποία οι Έλληνες θα εννοήσουν τη σημασία της θυσίας μου". Τελικά, στις 27 Σεπτεμβρίου 1931 ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδος δολοφονήθηκε έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο από τον Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη.
Κατά περίεργο τρόπο, οι ιστορικοί δεν έχουνε ξεκαθαρίσει αν οι λόγοι ήταν κυρίως προσωπικοί ή συνωμοτικοί. Αλλά, σωστά παρατηρείται από τον Πανταζόπουλο και δεν διαφωνεί ο Πετρίδης: "πίσω από τη δολοφονία που φαίνεται να έγινε για εκδίκηση ή για λόγους τιμής, αν δεν υπάρχει συνομωσία με την τεχνική του όρου έννοια, υπάρχει υποκίνηση". Μας υπενθυμίζει ο Παύλος Πετρίδης ότι λίγο πριν δολοφονηθεί ο Καποδίστριας έγραφε στο φίλο του και συνεργάτη του Εϋνάρδο τα εξής: "Οι ναύαρχοι και οι πρέσβεις της Αγγλίας και της Γαλλίας δείχνουν φιλία προς τους ανθρώπους της Ύδρας".
Πέρα όμως από αυτό, εκείνο που είναι βέβαιο είναι ότι ενώ η εφημερίδα "Απόλλων της Ύδρας" χαρακτήρισε τυραννοκτόνους τους δολοφόνους του Καποδίστρια, ο ελληνικός λαός θρήνησε πικρά τον τραγικό θάνατο και οι εκδηλώσεις οδύνης την ημέρα της κηδείας του ξεπέρασαν κάθε οδύνη.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι η ιστορία διδάσκεται. Δεν είμαι σίγουρος αν και σε ποιο βαθμό αυτό επαληθεύεται. Αυτό για το οποίο είμαι περισσότερο σίγουρος είναι ότι η ιστορία φωτογραφίζει το μέλλον. Πολλά από τα δραματικά γεγονότα της περιόδου του Καποδίστρια μπορεί κανείς να τα δει σε αναπαραγωγή και σε μετέπειτα περιόδους μέχρι τη σημερινή. Η περίοδος του κυβερνήτη Καποδίστρια μας δείχνει ανάγλυφα τις άκρως αντιφατικές συμπεριφορές των τότε Ελλήνων, όπου ο υπό έξαρση πατριωτισμός μετατρεπόταν σε υπονόμευση του ιδίου του νεοσύστατου κράτους.
Αυτή είναι η Ελλάδα της αντίφασης που τη ζήσαμε όχι λίγες φορές στη νεοελληνική μας ιστορία, όπου την ίδια στιγμή που αναγνωρίζουμε την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις, μόλις εμφανιστούν οι πρώτες μεταρρυθμίσεις μια περίεργη συμμαχία συμφερόντων τις αποδυναμώνουν αν δεν τις τελειώνουν. Η πίστη μας για το συλλογικό συμφέρον είναι ιδιόρρυθμη.

Κυρίες και κύριοι,
2.4 τιμούμε σήμερα ένα μεγάλο ιστορικό της σύγχρονης πολιτικής και διπλωματικής μας ιστορίας τον Παύλο Πετρίδη και το επιστημονικό μνημόσυνο που του γίνεται, σωστά συνδέει την αναφορά στον Παύλο Πετρίδη με τη συμβολή από τον ίδιο στην ιστορική διερεύνηση του έργου του μεγάλου τέκνου της κερκυραϊκής γης Ιωάννου Καποδίστρια.
Μέσα από τις γραμμές που προηγήθηκαν φαίνεται ξεκάθαρη η θέση του Παύλου Πετρίδη ότι η κατηγορία για την πολιτική αυθαιρεσίας που δήθεν προώθησε ο Καποδίστριας είναι ιστορικά ανακριβής.
Ο χρόνος δεν επιτρέπει να επεκταθούμε και στο υπόλοιπο έργο του Πετρίδη που είναι αφιερωμένο στον Ιωάννη Καποδίστρια. Η μελέτη του για την ευρωπαϊκή πολιτική του Καποδίστρια αποκαλύπτει τον καταλυτικό ρόλο του Ιωάννη Καποδίστρια για το επτανησιακό πρόβλημα και την κυριαρχία της προσωπικότητας του στους διεθνείς διπλωματικούς κύκλους, κυρίως μετά το συνέδριο της Βιέννης, όπου υπήρξε και ο μεγάλος αντίπαλος του Μέττερνιχ. Σε μεγάλο βαθμό κυριάρχησαν οι μεγάλες πολιτικές επιλογές του Ι. Καποδίστρια, μερικές από τις οποίες υπήρξαν οραματικές, όπως για την ανάγκη μιας ευρωπαϊκής υπερεθνικής συνεννόησης, όπου βρήκε την αφετηρία της σύγχρονης ΕΕ. Και βέβαια, δεν παραλείπει ο Παύλος Πετρίδης να θεμελιώσει το μεγάλο πατριωτισμό του Ι. Καποδίστρια κατά την επαναστατική και προεπαναστατική περίοδο και το τεράστιο μεταρρυθμιστικό έργο στα χρόνια της κυβέρνησης του.
Όλα αυτά, σε καθαρά επιστημονική βάση, θεμελιώνουν τη φυσιογνωμία του Ι. Καποδίστρια ως έναν από τους μεγαλύτερους πολιτικούς της νεότερης Ελλάδος. Η αυστηρή αυτή περιήγηση στο έργο του Παύλου Πετρίδη, ως ιστορικό του Ι. Καποδίστρια δεν άφησε να φανεί σε καθαρά προσωπικό επίπεδο, ο διάχυτος θαυμασμός για τον ευπατρίδη αυτόν πολιτικό, ως άτομο. Θα έλεγα ότι έτρεφε για αυτόν μια αμέριστη αγάπη. Ίσως γιατί πέρα και πάνω από την πλούσια δράση του είχε, όπως τον χαρακτήρισε ο Κόμης Νέσσερλροντ, ο προϊστάμενός του στη ρωσική διπλωματία "πολύ αγνή ψυχή, αριστοκρατικά αισθήματα και φινέτσα". Και συμπληρώνει ο Κόμης Νέσσερλροντ: "Ο Καποδίστριας δίνει την εντύπωση ότι εργάζεται σε έναν κόσμο, που αποτελείται από όντα εξίσου τέλεια με αυτόν". Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι πολύ κοντά και στην αντίληψη του Παύλου Πετρίδη για τη ζωή. Αυτή η αγάπη του για τον Καποδίστρια τον έφερε να δημιουργήσει άριστους δεσμούς με την Κέρκυρα και να γίνει συνεργάτης της Εταιρίας Κερκυραϊκών Σπουδών και της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας.
Τα χαρακτηριστικά αυτά του Καποδίστρια ήταν και βίωμα του Παύλου Πετρίδη και δικαίως ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος τον αποκάλεσε "άρχοντα της ζωής". Θα κλείσω λοιπόν την ομιλία μου με το στίχο που του αφιέρωσε ο Χριστιανόπουλος:
"Ένα άγγιγμα μονάχα
Δεν αρκεί
Ένα κορμί μονάχα πέφτει
Λίγο
Θέλουμε πιο πολλά
Θέλουμε χώμα".